- προκαταλέγομαι
- Α1. περιγράφομαι εκ τών προτέρων («ἐούσης τῆς ἄλλης τῆς προκαταλεχθείσης Λιβύης ψιλῆς», Ηρόδ.)2. προμνημονεύομαι («ἡ προκατειλεγμένη σύνταξις», Απολλ. Ρόδ.).[ΕΤΥΜΟΛ. < προ-* + καταλέγω (ΙΙ) «διηγούμαι, ιστορώ, καταγράφω»].
Dictionary of Greek. 2013.